80. Αρχοντικό Χατζηπέτρου - Κτίριο Δήμου Ξάνθης
Σύντομη τεκμηρίωση:
Το κτίριο οικοδομήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1840 στη συνοικία του Ακαθίστου Ύμνου από τον καπνέμπορο Χατζηπέτρου. Το 1890 περίπου αγοράστηκε από την οικογένεια Λαδά, που έχτισε δίπλα το αρχοντικό της, ενώ παραχώρησε το ήδη υπάρχον κτίσμα μέχρι το 1897 στην Επισκοπή Ξάνθης και Νεαπόλεως. Στο παραπάνω χρονικό διάστημα το κτίριο αποτέλεσε την έδρα της Επισκοπής και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Μητροπολίτη
Ιωακείμ Σγουρού και ως χώρος συνεδρίασης της Δημογεροντίας. Κατόπιν το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία της οικογένειας Χαρτζίδη και στη συνέχεια της οικογένειας Καραπαναγιωτίδη. Για ορισμένη χρονική περίοδο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 στο ισόγειο λειτούργησε παντοπωλείο. Οι κληρονόμοι της οικογένειας Καραπαναγιωτίδη πούλησαν το 2003 το κτίσμα στην εταιρεία αναβάθμισης Παλαιάς Ξάνθης, ενώ την επόμενη χρονιά η κυριότητά του μεταβιβάστηκε στον Δήμο Ξάνθης, στον οποίο παραμένει μέχρι και σήμερα.
Πρόκειται για ένα διώροφο κτίσμα λαϊκής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα, το οποίο είναι κτισμένο σε σχήμα «Π» με λιθοδομή στο ισόγειο και μπαγδατί στον όροφο. Αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα, αυτό του ημιυπογείου, του ισογείου και του ορόφου. Η εξωτερική όψη του κτιρίου είναι κατασκευασμένη με συμμετρία, ενώ η ανατολική και η βόρεια πλευρά του ακολουθεί την υψομετρική διαφορά των οδών Πυγμαλίωνος Χρηστίδη και Βύρωνος. Στον όροφο του κτιρίου εντοπίζονται τα χαρακτηριστικά σαχνισιά, τα οποία πέρα από το διακοσμητικό ρόλο που επιτελούν ικανοποιούν και βασικές λειτουργικές ανάγκες του κτιρίου, καθώς προσθέτουν επιπλέον χώρο στον όροφο. Η στάθμη του ορόφου τονίζεται με το περιμετρικό ξύλινο δοκάρι των σαχνισιών, τα οποία στηρίζονται σε ξύλινα φουρούσια, ενώ οι ξύλινες παραστάδες στις γωνίες του ορόφου διακοσμούν την εξωτερική όψη του κτιρίου.
Κατηγορία θεματικού ενδιαφέροντος: ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ / ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ
Ιστορικά στοιχεία:
Το κτίριο οικοδομήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1840 από τον καπνέμπορο Χατζηπέτρου στη συνοικία του Ακαθίστου Ύμνου. Το κτίριο σχεδιάστηκε από την αρχή για να λειτουργεί ως κατοικία. Το 1890 περίπου αγοράστηκε από την οικογένεια Λαδά, η οποία ανέγειρε στο νότιο τμήμα του οικοπέδου το αρχοντικό της, ενώ παραχώρησε το ήδη υπάρχον κτίσμα μέχρι το 1897 στην Επισκοπή Ξάνθης και Νεαπόλεως. Στο παραπάνω χρονικό διάστημα το κτίριο αποτέλεσε την έδρα της Επισκοπής και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία του Μητροπολίτη Ιωακείμ Σγουρού και ως χώρος συνεδρίασης του σώματος της Δημογεροντίας. Κατόπιν το κτίριο πέρασε στην ιδιοκτησία του Περικλή Χαρτζίδη, ο οποίος υπήρξε γαμπρός της οικογένειας Λαδά.
Ο Χαρτζίδης παραχώρησε το σπίτι ως προίκα στην κόρη του Όλγα, όταν αυτή νυμφεύθηκε με τον Γεώργιο Πανδρεμένο. Η οικογένεια Πανδρεμένου-Χαρτζίδου κατοίκησε στο κτίσμα μέχρι το 1948. Το 1965 οι απόγονοι της οικογένειας πούλησαν την οικία στη Δέσποινα Μπατζακίδη – Καραπαναγιωτίδη, η οποία κατοικούσε εκεί μαζί με το σύζυγό της Πολύκαρπο Καραπαναγιωτίδη από το 1948. Για ορισμένη χρονική περίοδο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1950 στο ισόγειο λειτούργησε παντοπωλείο. Το 2003 οι κληρονόμοι της οικογένειας Καραπαναγιωτίδη πούλησαν το κτίριο στην εταιρεία αναβάθμισης Παλαιάς Ξάνθης, ενώ την επόμενη χρονιά η κυριότητά του μεταβιβάστηκε στον Δήμο Ξάνθης, στον οποίο παραμένει μέχρι και σήμερα.
Στοιχεία αρχιτεκτονικής:
Πρόκειται για διώροφο κτίσμα λαϊκής μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής που χρονολογείται στα μέσα του 19ου αιώνα. Είναι κτισμένο σε σχήμα «Π» με λιθοδομή στο ισόγειο και μπαγδατί στον όροφο. Αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα, αυτό του ημιυπογείου, του ισογείου και του ορόφου. Η είσοδος στο κτίριο πραγματοποιείται από ημικυκλική λίθινη σκάλα που βρίσκεται στον προαύλιο χώρο. Μια δευτερεύουσα είσοδος εντοπίζεται στην ανατολική πλευρά του κτιρίου, η οποία φαίνεται ότι διανοίχθηκε σε μεταγενέστερη φάση.
Στο εσωτερικό υπάρχει μια κεντρική ξύλινη σκάλα με περίτεχνο κιγκλίδωμα και κολωνάκια, η οποία κατευθύνει την κίνηση στα δύο επίπεδα του κτιρίου. Μέσω ενός δεύτερου, μικρότερου ξύλινου κλιμακοστασίου γίνεται η μετάβαση στο ημιυπόγειο του κτιρίου, το οποίο χρησιμοποιούνταν ως βοηθητικός και αποθηκευτικός χώρος. Στο επίπεδο του ισογείου υπάρχει η κουζίνα, μια κεντρική σάλα και δύο δωμάτια. Από την κεντρική σάλα του ισογείου, στον δυτικό τοίχο, το ξύλινο κλιμακοστάσιο οδηγεί σε μεσοπάτωμα που σήμερα διαιρείται σε δύο χώρους και περιλαμβάνει προθάλαμο και χώρο WC, ενώ στη συνέχεια καταλήγει στον όροφο, όπου υπάρχει μια κεντρική σάλα, εκατέρωθεν της οποίας αναπτύσσονται ανά δύο, τέσσερα δωμάτια.
Η εξωτερική όψη του κτιρίου είναι κατασκευασμένη με συμμετρία. Η ανατολική και η βόρεια πλευρά του κτιρίου ακολουθεί την υψομετρική διαφορά των οδών Πυγμαλίωνος Χρηστίδη και Βύρωνος. Τα παράθυρα και στα δύο επίπεδα στην πρόσοψη του κτιρίου αναπτύσσονται συμμετρικά, είναι ξύλινα και περιλαμβάνουν τοξωτά υπέρθυρα. Στις άλλες πλευρές του κτιρίου είναι επίσης ξύλινα και ορθογωνικά. Στον όροφο του κτιρίου εντοπίζονται τα χαρακτηριστικά σαχνισιά, τα οποία πέρα από τον διακοσμητικό ρόλο που επιτελούν ικανοποιούν και βασικές λειτουργικές ανάγκες του κτιρίου, καθώς προσθέτουν επιπλέον χώρο στον όροφο.
Περιγραφή λοιπών στοιχείων:
Η στάθμη του ορόφου τονίζεται με το περιμετρικό ξύλινο δοκάρι των σαχνισιών, τα οποία στηρίζονται σε ξύλινα φουρούσια, ενώ οι ξύλινες παραστάδες στις γωνίες του ορόφου διακοσμούν την εξωτερική όψη του κτιρίου.
Σκοπός - Χρήση: Κατοικία, Εκκλησιαστικό κτίριο, Εμπορικός χώρος
Χαρακτηρισμός: ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/2934/46357 /06-03-1987, ΦΕΚ 165/Β/02-04-1987
Χρονολόγηση (περίοδος): Μέσα 19ου αιώνα
Έτος κατασκευής: Αρχές της δεκαετίας του 1840
Τοποθεσία μνημείου: 41.144777128254134, 24.88614116365767
Βιβλιογραφικές παραπομπές:
• Ευαγγελία Μπραζιώτη, Η οικία Καραπαναγιωτίδη στην Ξάνθη. Μελέτη αποκατάστασης και επανάχρησης, αδημοσίευτη διπλωματική εργασία, ΔΠΜΣ Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση Μνημείων Πολιτισμού, Πολυτεχνική Σχολή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Θεσσαλονίκη 2016
Διεύθυνση: Πυγμαλίωνος Χρηστίδη 47
Επισκέψιμο: Όχι